είναι απλώς το αυγό του φιδιού, που περιμένει την κατάλληλη στιγμή να εκκολαφθεί για να οδηγήσει τη χώρα στον ζόφο. Είναι η ίδια ο ζόφος, που από τώρα ωθεί τους οπαδούς του σε δολοφονίες και σε πράξεις ωμής και απροκάλυπτης βίας.
Γιατί η βία είναι συνυφασμένη με την ύπαρξή της. Χωρίς αυτήν και τα απαίσια σύμβολά της, η Χρυσή Αυγή δεν θα υπήρχε· θα γινόταν ΛΑΟΣ ή ΑΝΕΛ, κόμματα που όχι μόνο η ηγεσία της, αλλά και οι οπαδοί της, απορρίπτουν ως «κυριλέ» και εκφυλισμένα. Η αξεδιάλυτη αυτή πρόσμειξή της με τον ναζισμό και την απροσχημάτιστη βαρβαρότητα είναι το στοιχείο που της προσδίδει τη μοναδική ιδιαιτερότητά της ως εγκληματικής συμμορίας, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη. Κάτι που θα περίμενε κανείς οι σημερινοί πρωθυπουργικοί σύμβουλοι να το είχαν αντιληφθεί χωρίς υπόμνηση. Τέτοια μορφώματα δεν γεννήθηκαν ούτε τόλμησαν να εμφανιστούν πουθενά αλλού μετά το 1945. Και είναι ντροπή για όλους μας που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αφήσαμε τα πράγματα να φθάσουν εκεί που έφθασαν.
Η ώρα, ωστόσο, είναι για δράση και όχι για απόδοση ευθυνών. Αν όσοι ειλικρινώς πιστεύουμε στη δημοκρατία, στην ελευθερία και στα ατομικά δικαιώματα παραμείνουμε αδρανείς, ρίχνοντας τις ευθύνες ο ένας στον άλλον, σε λίγο θα χτυπάμε όλοι μαζί το κεφάλι μας. Θα γίνουμε σαν τους Ιταλούς δημοκράτες μετά το 1925 και τους Γερμανούς μετά το 1933. Με άλλα λόγια, για να μη θρηνήσουμε άλλα θύματα και για να αποτρέψουμε την πορεία προς τον όλεθρο, χρειάζεται να αναληφθούν αμέσως δραστικές πρωτοβουλίες.
Εχω κουραστεί εδώ και μήνες να υποστηρίζω ότι, για να αντιμετωπιστεί η Χρυσή Αυγή, δεν χρειάζεται να τεθεί εκτός νόμου, ούτε να ψηφιστούν νέοι νόμοι· αρκεί να εφαρμοστούν οι ισχύοντες. Δεν θα έβλαπτε ασφαλώς να αυξάνονταν οι ποινές του αντιρατσιστικού ν. 927/1979 ή της αντιποίησης Αρχής του άρθρου 175 Π.Κ. Ωστόσο, όπως δέχονται πλέον και οι πιο έγκριτοι εκπρόσωποι της επιστήμης του ποινικού δικαίου, τίποτα δεν εμποδίζει τον χαρακτηρισμό της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης του άρθρου 187 Π.Κ. ήδη από σήμερα. Κάτι που θα σήμαινε ότι, εκτός από τους μαχαιροβγάλτες της, που θα διώκονταν ως φυσικοί αυτουργοί, ως ηθικοί θα μπορούσαν να διωχθούν και οι ηγήτορές της.
Υπενθυμίζεται πως οι πράξεις του εγκλήματος αυτού (όπως άλλωστε και οι ρατσιστικές εκδηλώσεις) μπορούν να διωχθούν αυτεπαγγέλτως, και ότι ο ισχύων νόμος προβλέπει από παλιά ότι «όποιος διευθύνει» τέτοιαν οργάνωση, τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών. Με άλλα λόγια, για να σταλεί και πάλι στη φυλακή, ο κ. Ν. Μιχαλολιάκος δεν χρειάζεται να αποδειχθεί ότι έδωσε ο ίδιος εντολή να δολοφονηθεί ο Παύλος Φύσσας. Αρκεί ότι είναι αρχηγός της Χρυσής Αυγής. Αν αρθεί η ασυλία του, η βουλευτική ιδιότητα δεν εμποδίζει την άμεση δίωξή του, και η στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων (που θα έπρεπε φυσιολογικά να του επιβληθεί) θα τον απέκλειε όχι μόνο από τη σημερινή, αλλά και από τις επόμενες Βουλές.
Για να συμβούν όλα αυτά, δεν χρειάζεται να ψηφιστεί κανένας νέος νόμος. Αρκεί να κινηθεί ένας εισαγγελέας και οι εφέτες που θα κληθούν να δικάσουν την υπόθεση να δείξουν, επιτέλους, το σθένος που έλειψε από τους συναδέλφους τους, που απήλλαξαν προ ετών τον Κ. Πλεύρη για το ρατσιστικό βιβλίο του. Οι τελευταίοι είχαν δεχθεί τότε ότι με το παραληρηματικό πόνημά του ο ιδρυτής της «4ης Αυγούστου» στρεφόταν τάχα μόνο κατά του σιωνισμού και όχι κατά των Εβραίων. Αρκεί ακόμη κάποιοι δικαστές να ξεπεράσουν τη νοοτροπία του «απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο» και να δικάσουν τις υποθέσεις που θα φθάσουν ενώπιόν τους, χωρίς ατέρμονες αναβολές, με βίαιες εν ανάγκη προσαγωγές απρόθυμων ή και φοβισμένων μαρτύρων. Δείχνοντας στους κατηγορουμένους ότι η τήρηση των δικονομικών κανόνων δεν είναι το ισοδύναμο της αρνησιδικίας, αλλά ένδειξη πολιτισμού.
Στο σημείο λοιπόν που έχουν φθάσει τα πράγματα, κάποιοι δικαστές πρέπει να τολμήσουν. Και με τη στάση τους να δείξουν στους πολιτικούς μας ότι δεν είναι ώρα για μιζέριες, πολιτικαντισμούς και μεμψιμοιρίες, αλλά για τολμηρές πρωτοβουλίες. Το καρκίνωμα της Χρυσής Αυγής πρέπει να εκλείψει. Ισως η παραδειγματική τιμωρία των ενόχων να μην αρκεί γι’ αυτό. Είναι εν τούτοις αναγκαία.
Υποβάλλοντας τις 32 εκκρεμείς δικογραφίες στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο κ. Νίκος Δένδιας έκανε το πρώτο βήμα. Τώρα ήρθε η ώρα των δικαστών. Παλαιότερα τον δρόμο τον έδειξαν ο Γεώργιος Τερτσέτης και ο Αναστάσιος Πολυζωίδης. Πιο πρόσφατα, ο Παύλος Δελαπόρτας, ο Χρήστος Σαρτζετάκης, ο Γιάννης Ντεγιάννης και ο Στέφανος Ματθίας. Είναι καιρός οι μεγάλοι αυτοί δικαστές να βρούν επάξιους επιγόνους.
* Ο κ. Ν. Κ. Αλιβιζάτος είναι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή.