Πού χάθηκε και πήγε;
Του Νίκου Τσούλια
Στην υπόθεση των Μνημονίων
μετασχηματίστηκε η άσκηση της παραδοσιακής πολιτικής και τροποποιήθηκε ο
παραδοσιακός κομματικός άξονας «συντήρησης – προόδου», αρκεί να σκεφτούμε την
τοποθέτηση των κομμάτων στο θέμα αυτό. Ας σκεφτούμε όσο μπορούμε απλά, με
ερωτήματα για να τεθεί η πραγματική βάση του ζητήματος των Μνημονίων. Τα Μνημόνια
– θεωρούμενα απλουστευτικά και πάντως επί της ουσίας τους – περιλαμβάνουν δύο
κύριες όψεις, τον αναγκαστικό δανεισμό της χώρας μας αφενός και την εξαρτημένη
και περιοριστική οικονομική πολιτική της αφετέρου.
Ας πάρουμε τον
αυτοπροσδιορισμό των Ελλήνων σ’ αυτό το ζήτημα, γιατί είναι αυτό το στοιχείο
που καθόρισε κυρίως τις πολιτικές εξελίξεις, αφού το γνωστό σχήμα «αριστερά –
δεξιά» είχε και έχει ακόμα μετασχηματιστεί. Ένας πολίτης που ψήφιζε
«Μνημονιακό» κόμμα ήθελε την περιοριστική οικονομική πολιτική, ενώ αυτός που
ψήφιζε «αντιμνημονιακό» κόμμα δεν την ήθελε αλλά ήθελε τον αναγκαίο δανεισμό;
Και έτι περαιτέρω, μπορούσε η Ελλάδα να μην δανειστεί χρήματα ή με τον δανεισμό
της θα ήταν αυτή που κυρίως θα επέβαλε τους όρους της; Τα ερωτήματα αυτά δεν
προβλημάτισαν τα «αντιμνημονιακά» κόμματα ούτε και τους πολίτες. Το ρεύμα της
κοινωνίας ήταν πάντα «αντιμνημονιακό» αλλά χωρίς νόημα και αξία, αφού ήταν μια
απλή επινόηση. Έτσι το μόνο κόμμα που ήταν «μνημονιακό» καθ’ όλη τη διάρκεια
της κρίσης ήταν το ΠΑ.ΣΟ.Κ., στη συνέχεια προστέθηκε η Ν.Δ. και ο «ΛΑ.Ο.Σ» και
σήμερα προσχώρησαν ο «ΣΥ.ΡΙΖ.Α.» και οι «ΑΝ.ΕΛ.». Πού είναι λοιπόν σήμερα το
περιβόητο αντιμνημονιακό στρατόπεδο; Πουθενά, γιατί ποτέ δεν υπήρξε! Ήταν μια
δημαγωγική επινόηση των κομμάτων: Ν.Δ., ΣΥ.ΡΙΖ.Α, ΑΝ.ΕΛ. αλλά και μια παραμυθία
που την αποδέχτηκε πρόθυμα το μεγάλο μέρος του λαού μας! Το μόνο κόμμα που είχε
και έχει αντιμνημονιακή πολιτική είναι το Κ.Κ.Ε., το οποίο όμως κινείται σε
απόλυτα αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και παράλληλα αποδέχεται ότι σήμερα η
ευδοκίμηση της πολιτικής του είναι από πολύ δύσκολη έως αδύνατη, γιατί απλά δεν
υπάρχουν ευνοϊκοί συσχετισμοί στο παραγωγικό και οικονομικό και πολιτικό πεδίο
της Ευρώπης και πέραν αυτής.
Μας πήρε πέντε χρόνια – αν
έχει βέβαια ήδη συμβεί και αυτό – για να κατανοήσουμε ότι ο δανεισμός της χώρας
μας μαζί με τα συνοδευτικά του στοιχεία – όρους και δεσμεύσεις -, όπως και να
λέγεται, είναι υπαρκτός και δεν αντιμετωπίζεται με έναν δήθεν νόμο. Υπήρξε στη
χώρα μας όλη αυτή την περίοδο μια πλασματική πόλωση στον άξονα «Μνημόνιο –
Αντιμνημόνιο» και ένα δήθεν αντιμνημονιακό ρεύμα, που ήταν και τα δύο φοβερά
λαϊκίστικες κατασκευές. Και το φοβερό είναι ότι στο στρατόπεδο των
«αντιμνημονιακών» δυνάμεων – που υποτίθεται ότι ήταν και το πεδίο της προόδου –
συνασπίζονταν το ακροδεξιό κόμμα των ΑΝ.ΕΛ. και η φασιστική οργάνωση «Χρυσή
Αυγή», ενώ στο απέναντι στρατόπεδο υπήρχε αρχικά μόνο του το ΠΑ.ΣΟ.Κ.! Τώρα
βέβαια που εκτός από το ΠΑΣΟΚ προσχώρησε στο …αντίπαλο μέρος και η Ν.Δ. και ο
ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ομού με την παρέα του, τους ΑΝ.ΕΛ., αρχίζουμε να κατανοούμε τη μεγάλη
πολιτική εξαπάτηση. Οι άνθρωποι έχασαν κυριολεκτικά την όποια δυνατότητα
ορθολογικής σκέψης είχαν και προσχώρησαν σε μια αγελαία μαζοποίηση, που
χειραγώγησε πλήρως τη σκέψη τους και που τελικά οδήγησε σε απόλυτη συντριβή τη
συλλογική επινοημένη φαντασίωση. Συνέβη μάλιστα και τα εξής εντυπωσιακό
στοιχείο. Την ώρα που η «αντιμνημονιακή κυβέρνηση» ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. υπέγραφε
την παράταση του Μνημονίου, στο Σύνταγμα και σε κάποιες άλλες πλατείες οι ψηφοφόροι
τους διαδήλωναν για την επιτυχία της κυβέρνησης κατά του Μνημονίου! Αυτό πρέπει
να είναι μοναδικό ιστορικό και πολιτικό φαινόμενο πλήρους σύγχυσης και
ιδεολογικής ανοησίας που συνέβη ποτέ!
Και τώρα τι; Τρία είναι
κατά τη γνώμη μου τα ουσιώδη ζητήματα που πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για την
άσκηση μιας πολιτικής υπέρβασης της κρίσης. α) Το βασικό ερώτημα και δίλημμα
που ετίθετο από την αρχή και παραμένει κυρίαρχο τώρα και εφεξής είναι αν η
Ελλάδα θα βρίσκεται εντός της ευρωζώνης ή θα αποχωρήσει. Η χώρα μας έχει εθνικό
χρέος να εντείνει τις προσπάθειές της για μια ευρωπαϊκή στρατηγική με πλήρη
οικονομική και πολιτική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. β) Η αποδοχή της
πραγματικής οικονομικής πολιτικής που είναι εντός των Μνημονίων διαλύοντας τις νεομυθολογίες
εκείνων που επιμένουν να είναι κατασκηνωμένοι εντός του ανύπαρκτου
«αντιμνημονιακού» στρατοπέδου. γ) Η δημιουργία κυβέρνησης εθνικής συνεργασίας,
για να ενισχυθεί η διαπραγματευτική δυνατότητα της χώρας και για να επιτευχθεί
η μέγιστη δυνατή κοινωνική συναίνεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου