Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

Η προοπτική του κεντροαριστερού χώρου

Του Νίκου Τσούλια
Δεν είναι τόσο σκοτεινά τα πράγματα για το χώρο αυτό όσο δείχνει η σημερινή εικόνα. Όλοι έχουμε μια βεβαιότητα, ότι η εποχή μας είναι εποχή αβεβαιότητας. Η οικονομική ασφυξία δημιουργεί καινούργιους όρους συνολικά στη λειτουργία της πολιτείας μας. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται στο εργαστήριο των κοινωνικών διεργασιών, υφίσταται έντονους μετασχηματισμούς. Το πολιτικό σύστημα γνωρίζει μια πρωτόγνωρη ρευστότητα και η αμηχανία των πολιτών καθιστά πολύ δύσκολη την όποια προσέγγιση για τις εξελίξεις στη χώρα μας.
Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες τάσεις που ήδη μορφοποιούνται. Η κατάρρευση της κεντροαριστεράς λόγω των κακών χειρισμών και των λανθασμένων πολιτικών επιλογών της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ενισχύει σαφώς τις δύο «άκρες» του πολιτικού – κομματικού μας φάσματος. Οι πολίτες ουσιαστικά δεν επιλέγουν τις πολιτικές προτάσεις μέσα από μια ώριμη και σταδιακή ωρίμανση προς την μια ή την άλλη άκρη του κομματικού μας συστήματος, αλλά κινούνται υπό το κράτος της οργής και του θυμού απέναντι σε μια συγκεκριμένη ιστορική φάση πολιτικού ακρωτηριασμού του κεντροαριστερού χώρου.
Ας πάρουμε και τις δύο τάσεις που ενισχύθηκαν μετά από την αυτοκατάργηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Η πρώτη σαφώς μεγαλύτερη τάση κινήθηκε προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θεωρήθηκε – ορθώς – ως ο συγγενέστερος ιδεολογικά χώρος. Αλλά εδώ το πρόβλημα έχει ήδη τεθεί. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεκφράζει ταυτόχρονα και την κεντροαριστερά και την κομμουνιστική ισχυρή τάση του «Αριστερού Ρεύματος» ή και τις μαχητικές αριστερίστικες ομάδες; Μπορεί να έχει ως πολιτική πλατφόρμα και την έμπρακτης μορφής ανατροπή του καπιταλισμού και ταυτόχρονα να ασκείται στη διαχειριστική πολιτική των δανείων της χώρας μας, των δανείων από την πηγή του καπιταλισμού; Θαρρώ ότι αυτό δεν είναι δυνατό. Απλώς η ηγεσία του εν λόγω κόμματος, καλυπτόμενη από το μεγάλο ποσοστό (το πρωτόγνωρο ποσοστό) για το χώρο αυτό, δεν ασχολείται με την φοβερή αντίφαση που διατρέχει τόσο το εκλογικό του σώμα όσο και την πολιτική του πρόταση. Αργά ή γρήγορα όμως θα προσγειωθεί στην πραγματικότητα, την οποία τώρα την παραγεμίζει με μεγαλόσχημες επινοήσεις και με φοβερά υπερβολικές και ανούσιες υποσχέσεις.
Η άλλη τάση κινήθηκε προς τη συντηρητική πλευρά και ένα μέρος της μάλιστα κινήθηκε και μέχρι την ακροδεξιά συνιστώσα ή ακόμα πιο πέρα στο φασιστικό σχήμα της «Χρυσής Αυγής». Εδώ ανακύπτει ένα ηθικότατο ερώτημα: είναι δυνατόν κάποιοι που οραματίζονταν σοσιαλιστικές κοινωνίες και επαίρονταν για τα ουμανιστικά ιδεώδη τους να προσχωρούν στη μηχανή της βίας και στη βαρβαρότητα της πλήρους απανθρωποποίησης; Η προβαλλόμενη αιτιολογία ότι έτσι η οργή μας θα βρει την πλήρη έκφρασή της – γιατί μέσα από την φασιστική επιλογή θα τιμωρηθούν παραδειγματικά οι υπεύθυνοι – αν δεν είναι αφελής, είναι τρομερά επικίνδυνη και φυσικά αναποτελεσματική. Εκτός αν πιστεύει κάποιος απ’ αυτούς ότι τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα λύνονται με γροθιές και βιαιότητες.
Αλλά οι εποχές μας είναι συνδεδεμένες με τη διεθνοποιημένη οικονομία, με τις ανοιχτές κοινωνίες, με τις πολιτισμικές ωσμώσεις «in real time», με τις εξωστρεφείς εθνικές πολιτικές. Οποιαδήποτε απόπειρα κλειστής εθνικής πολιτικής θα οδηγήσει αμέσως σε παρακμή και σε αδιέξοδο. Ο δήθεν ηρωικός εθνικιστικός λόγος – πιο ορθά το εθνικιστικό και ρατσιστικό παραλήρημα – παραπέμπει σε κοινωνίες αυτιστικές, σε κοινωνίες όπου η δημιουργικότητα, η ελευθερία, ο πλουραλισμός αυτοεξορίζονται.
Ο κεντροαριστερός χώρος σαφώς και χρειάζεται χρόνο για να συμμαζέψει τα κομμάτια του, για να προχωρήσει σε σκληρή αυτοκριτική, για να απομακρυνθούν μια ώρα αρχύτερα πρόσωπα και πολιτικές που οδήγησαν τη χώρα στην οικονομική ασφυξία και τον ελληνικό λαό στην απόγνωση. Η γενική κοινωνική αμηχανία – δεν υπάρχει δημοσκόπηση που δεν την αναδεικνύει ως πρώτο εύρημά της – συνδέεται με την αδυναμία του χώρου αυτού να δημιουργήσει μια σύγχρονη πολιτική πρόταση. Σ’ αυτή την προοπτική σαφώς και χρειάζονται οράματα και ουτοπίες – αφού είναι σηματωροί ακόμα και για μια διαχειριστική πολιτική -, αλλά το στοίχημα θα κριθεί επί του πεδίου της εφαρμοσμένης πολιτικής, επί του ιστορικού φορτίου της συγκυρίας, θα κριθεί στην διαμόρφωση πολιτικής πρότασης που θα ελαφρύνει το άχθος των δανείων, που θα θέτει τη βάση για ένα παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, που θα τολμά να καλλιεργήσει ένα νέο «πολιτισμικό παράδειγμα».
Το γεγονός ότι αναπτύσσονται δίκτυα, ρεύματα, κινήσεις, όμιλοι στο κεντροαριστερό χώρο σαν μανιτάρια σε φθινοπωρινό δάσος δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητικό φαινόμενο. Δεν είναι σύμπτωμα πολυκερματισμού, αντίθετα είναι ορμητικός κοινωνικός και πολιτικός πλουραλισμός για να αναπτυχθεί η σύνθεση στο χώρο αυτό το γρηγορότερο. Σήμερα δεν έχει κανένα νόημα να αναμένουμε κάποιο ηγετικό πρόσωπο που θα συνενώσει τις σκόρπιες τάσεις. Οι εποχές είναι διαφορετικές. Σήμερα δεν δημιουργούνται μονοτασικά πλειοψηφικά κόμματα όπως στις προηγούμενες εποχές, αντίθετα γίνεται σύνθεση απόψεων σε πολιτικό επίπεδο μέσα από ουσιαστική εσωκομματική δημοκρατία, μέσα από καθαρή στρατηγική πολιτική πρόταση. Αλλά σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται γνώση και αγώνας, γιατί «στη ζωή δεν παίρνεις ποτέ αυτό που αξίζεις, αλλά πάντοτε αυτό που διεκδικείς» (Μπέρτολτ Μπρέχτ).

Δεν υπάρχουν σχόλια: