Παρασκευή 27 Ιουλίου 2012

Δύο Βούλες και μια Φανή μετά


1992: τότε που μπορούσες ακόμη να δακρύζεις και να συνταράσσεσαι με έναν αθλητή στίβου. Ό,τι κι αν είχε ή δεν είχε κάνει ο ίδιος, η εποχή επέτρεπε ακόμη τη συγκίνηση. Ακόμη και αν δεν ήταν πιο καθαρός ο κλασικός αθλητισμός τότε, ακόμη και πιο βρώμικος αν ήταν, δεν είχε προλάβει να λερωθεί τόσο η αντίληψη που είχες για αυτόν. Το γαλανόλευκο αυτής της σημαίας ήταν σκέτα όμορφο.
1999: ήσουν στο ενδιάμεσο. Να εμφανίζονται τόσοι Έλληνες και Ελληνίδες πρωταθλητές ως κομήτες και να πετυχαίνουν από το πουθενά αποδόσεις που ως τότε ούτε ονειρεύονταν, μύριζε υπερβολικά. Τη συγκίνηση για τη Βούλα Πατουλίδου ακολούθησε η αμφιθυμία για τη Βούλα Τσιαμήτα. Την αμφιθυμία για τη Βούλα Τσιαμήτα ακολούθησαν τα καθαρά αρνητικά συναισθήματα για τη Φανή Χαλκιά.

2004: Όχι, δεν υπήρχε τίποτα το ωραίο στον καλπασμό της στο ΟΑΚΑ. Για την ακρίβεια προσπαθούσες εναγωνίως να το εντοπίσεις: ότι ας πούμε πρέπει να είχε και χαρακτήρα μη δειλό, ότι θα μπορούσε να είχε κολλήσει ψυχικά και δεν κόλλησε; Δεν αρκούσε. Το 2004 η Χαλκιά μπορούσε να μιλά για το DNA του Έλληνα, ένα DNA που μύριζε φάρμακο και ντόπα. Το πρόβλημα δεν ήταν βέβαια πως ήρθαν οι απατεώνες Έλληνες και χάλασαν το όμορφο πεδίο του κλασικού αθλητισμού. Με τους κανόνες του έπαιξαν και απλά βρέθηκαν να είναι πιο ικανοί. Στον παγκόσμιο ανταγωνισμό της ντόπας,  το ηρωικό δίδυμο Χρήστου Τζέκου - Χρήστου Ιακώβου βρέθηκε όχι απλά να επιπλέει, αλλά να θριαμβεύει. Κι ενώ τα αθλήματα με μπάλα εξακολουθούν να καταφέρνουν να σε παραμυθιάζουν και να σε συνεγείρουν, ο στίβος αποφάσισε εθελουσίως να πεθάνει, αποφάσισε ότι η υπέρβαση των επιδόσεων και τα ρεκόρ είναι προτιμότερα από την αξιοπιστία του. Ίσως το αποφάσισαν για αυτόν οι χορηγοί του, οι αντίντας και οι νάικ, ίσως οι επιτελείς του παγκόσμιου στίβου αποφάσισαν πως όσο δηλητήριο κι αν χυθεί στη ψυχή των θεατών, θα είναι πάντα αρκετοί αυτοί που παρακολουθούν, ξέροντας ίσως πως απλά βλέπουν κάτι σαν φρικ σόου, κάτι σαν διαγωνισμό μεταλλαγμένων, κάτι που το αθλητικό με το χημικό κατόρθωμα αναμιγνύονται σε βαθμό συναίρεσης. Το γαλανόλευκο της σημαίας που κρατούσε η Χαλκιά ήταν το γαλανόλευκο των ούρων που έμειναν για πάντα στις ουρήθρες του Κεντέρη και της Θάνου, των ατυχημάτων με την μοτοσικλέτα, του Νικήτα Κακλαμάνη να διαβεβαιώνει από το νοσοκομείο πως το ατύχημα είναι σοβαρό, του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου να παίρνει δακρύβρεχτες συνεντεύξεις, του Σωκράτη Γκιόλια να είναι ο ενδιάμεσος επικοινωνιακός σύνδεσμος, του υπερήφανου ελληνικού λαού, που είχε χρυσοπληρώσει τα εισιτήρια μήνες πριν για να δει τον Κεντέρη να κάνει παγκόσμιο ρεκόρ, να γιουχάρει τους αραπάδες που έτρεχαν στον τελικό των 200 μέτρων. Το γαλανόλευκο αυτής της σημαίας ήταν ένα γαλανόλευκο μιας Ελλάδας πριν τα Τρωκτικά μπλογκσπότ, μιας Ελλάδας Θέμου και Μάκη, μιας Ελλάδας με σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης, μιας Ελλάδας με Άκη και Μαντέλη υπουργούς, μιας Ελλάδας στην οποία η Χρυσή Αυγή δεν υπήρχε εκλογικά αλλά ψιλοεπωαζόταν στις συνειδήσεις. Μια ψιλοεπώαση που ποτέ ίσως δεν θα έβγαζε αυγό, αν δεν ξεσπούσε η κρίση και αν η Ελλάδα δεν γινόταν λόγω (άτυχων γεωγραφικών αλλά και νομικά κακώς υπογεγραμμένων) συνθηκών, κάτι σαν ευρωπαϊκό κέντρο παραμονής μεταναστών. Άλλωστε το 2004 οι μετανάστες χρειάζονταν ακόμη για να χτίσουν την Ολυμπιακή Ελλάδα σε τιμές συμφέρουσες και με τα εργατικά ατυχήματα μέσα στο αναπτυξιακό παιχνίδι.
2012: Αν το 92 συγκινούσουν, το 99 ήσουν αμφίθυμος και το 2004 στραβωμένος, το 2012 το ντόπινγκ πλέον δεν αποτελεί θέμα. Απλά δεν ασχολείσαι πια, απλά αγνοούσες πχ την ύπαρξη της Βούλας Παπαχρήστου ως χθες, απλά λυπάσαι και μόνο στο άκουσμα ότι ο πρωταθλητής του ύψους Δημήτρης Χονδροκούκης πιάστηκε ντοπέ και πως αμφισβητεί το τι συνέβη κλπ. Οι αθλητές ήταν πάντα εκείνοι που έφταιγαν λιγότερο, η μεγάλη πλειοψηφία τους θα ξεχώριζε ακόμα και αν οι αγώνες γίνονταν χωρίς αναβολικά μεταξύ όλων κλπ. Οι κομήτες εξαιρούνται, η Φανή Χαλκιά και η Βούλα Τσιαμήτα π.χ. μάλλον μόνο με τη ντόπα θα μπορούσαν να ξεχωρίσουν. Εξαιρούνται επίσης στη δική μου συνείδηση αθλητές σαν τον Περικλή Ιακωβάκη που κάνει καμιά δεκαριά χρόνια τώρα στάνταρ τις ίδιες λίγο πολύ επιδόσεις, χωρίς μεταπτώσεις και χωρίς χρονιές που εξαφανίζεται για να ανασάνει ο οργανισμός του από την υπερντόπα της προηγούμενης. Όλα αυτά βέβαια δεν είναι παρά υποκειμενικές εκτιμήσεις ενός άσχετου, το ομολογώ. Ίσως η Χαλκιά και η Τσιαμήτα υπήρξαν αθλητικά θαύματα. Εν πάση περιπτώσει, το κακό με το τουίτερ είναι πως δεν είναι σαν την πορτοκαλάδα: ισχυρίζεσαι σαν τον Σαμπάνη ότι κάτι έριξαν στην πορτοκαλάδα σου, κλαις και ορκίζεσαι στα παιδιά σου, κάτι κάνεις. Στο τουίτερ σου τι να πεις ότι έριξαν; Όλα τα αστεία, όλα τα ανέκδοτα, όλες οι κρυάδες, λέγονται σε ένα κόντεξτ. Και το κόντεξτ είναι καθοριστικό στο πώς θα τα κρίνουμε. Σκέτο το ανέκδοτο της Παπαχρήστου δεν με ενοχλεί καθόλου. Άντε καταχρηστικά να με ενοχλεί λίγο. Είμαι φανατικός υποστηρικτής της ασυδοσίας των ανεκδότων, της απόλυτης ελευθεριότητας των κρυάδων. Το ανέκδοτο της Παπαχρήστου ως χρυσαυγίτισσας είναι άλλης τάξης ζήτημα. Εκεί η κρυάδα δεν είναι σκέτη κρυάδα, εκεί η κρυάδα είναι συγκεκαλυμμένος ρατσισμός.
Ίσως όμως. Όχι σίγουρα. Εκείνο που με κεντρίζει περισσότερο είναι πως ίσως το ανέκδοτο να ήταν από τα πιο αθώα της τουίτ. Το πιο άκακο. Ίσως ακόμη και να μην είναι ρατσίστρια. Ίσως να είναι χρυσαυγίτισσα έτσι γενικά. Δεν το λέω ειρωνικά. Λέω ευθέως ότι θεωρώ σιχαμένη όποια γυναίκα υμνεί τον Κασιδιάρη. Και άντρα βέβαια, αλλά ο άντρας ας πούμε πως ευνοείται από τη νομιμοποίηση της αποκτήνωσης, ας πούμε πως αυτός, αν δεχθούμε ότι δεν τρέχει τίποτα να βαράμε γυναίκες, θα βρεθεί από πάνω. Γυναίκα όμως που νομιμοποιεί το χτύπημα γυναικών είναι διαστροφή που με ξεπερνά. Η Παπαχρήστου αναπαράγει στο τουίτερ της φωτογραφίες περιστρόφων και ένα σωρό χρυσαυγίτικα τουίτς. Πώς να την υπερασπιστείς; Δεν σου βγαίνει. Αλλά φοβάμαι πως ακόμα περισσότερο δεν μου βγαίνει ο τρόπος που αποκλείστηκε και ο λόγος για τον οποίο επισήμως αποκλείστηκε. «Η αισιοδοξία είναι το όπιο των λαών. Η υγιής ατμόσφαιρα μυρίζει ηλιθιότητα. Ζήτω ο Τρότσκι». Πόσοι χαρακτήρες είναι αυτοί; Πάνω από 140; Είναι η μοιραία φράση στο «Αστείο» του Κούντερα. Δεν γουστάρω έναν κόσμο που στέκεται αμείλικτος απέναντι σε ένα ανέκδοτο. Δεν γουστάρω τις συνοπτικές διαδικασίες και τον αποκεφαλισμό άνευ απολογίας. Δεν γουστάρω έναν κόσμο που κριτής και αποκεφαλιστής είναι ο Ισίδωρος Κούβελος. Δεν υπερασπίζεται τη δημοκρατία ή τον αντιρατσισμό ο Ισίδωρος Κούβελος. Υπερασπίζεται το ολυμπιακό ιδεώδες, όχι με κάποιον παλιό ρομαντικό του χαρακτήρα όμως, αλλά με τον τρόπο του καταστατικού ενός βαθύτατα διεφθαρμένου μαγαζιού, όπως είναι η ΔΟΕ. Είναι αναμφίβολα παράπλευρη ωφέλεια ότι το μαγαζί πουλά μαζί με τα άλλα και αντιρατσισμό. Η βασική του λειτουργία όμως δεν είναι υπέρ της συναδέλφωσης των λαών. Η βασική του λειτουργία δεν είναι καν επικεντρωμένη στον αθλητισμό. Το ιδεώδες για το οποίο αποκλείει ο Κούβελος την Παπαχρήστου είναι ένα κάθε άλλο παρά ιδεατό ιδεώδες. Και οι άνθρωποι δεν είναι τελικά κιμάς να τους αλέθεις έτσι απλά. Η σιχαμένης ιδεολογίας Παπαχρήστου, αφού διευκρίνισε -έστω και υποκριτικά- πως το ανέκδοτο δεν απηχεί στα σοβαρά τις απόψεις της, έπρεπε να αγωνιστεί. Και όσο άσχημο θα ήταν να με εκπροσωπεί αυτή, θα με εκπροσωπούσε ως αθλήτρια, όχι ως χρυσαυγίτισσα. Το άσχημο που δεν αντέχεται είναι ότι με εκπροσωπούν στη Βουλή οι χρυσαυγίτες ως χρυσαυγίτες. Και όχι εξίσου άσχημο, πάντως πολύ άσχημο, είναι να με εκπροσωπεί κι ο Ισίδωρος Κούβελος.
Μέσα στον ορυμαγδό των παλιών και των νέων τουίτς της Παπαχρήστου, η σημαντικότερη φράση της ήταν αυτή: «δεν εχω καμία αναμηξει με τα πολιτικά!!!». Αυτές οι λέξεις με αυτήν την ορθογραφία (και άλλο το απλό ορθογραφικό λάθος κι άλλο να φαίνεται ότι η ορθογραφία σού είναι ξένη χώρα) είναι ένας καθρέφτης για μεγάλο ποσοστό από όσους ψήφισαν Χ.Α: την ψηφίζουν επειδή θεωρούν ότι ούτε αυτή έχει «αναμηξει» με τα πολιτικά, ότι βρίσκεται σε ένα χώρο εκτός πολιτικής, σε έναν χώρο καινούριο και καθαρό, σε έναν χώρο που θα μας βοηθήσει να ξεβρωμίσουμε τη χώρα όχι μόνο από τους μετανάστες αλλά και από αυτήν την ίδια την πολιτική.
Το 2012 μπορείς να συναντήσεις πλήθος γαλανόλευκων ενώ ανηφορίζεις τη Μεσογείων. Απέναντι απ' το Πεντάγωνο μιλάει ο Ηλίας, κι από κάτω η πλατεία είναι γεμάτη. Άλλου είδους γαλανόλευκη από την προ εικοσαετίας, άλλου είδους δάκρυα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: