Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Εκπαιδευτικά παράδοξα

Του Νίκου Τσούλια
Δύο εκπαιδευτικά παράδοξα (μία απορία και μία παρατήρηση) συνθέτουν το κείμενο. Ας καταθέσω πρώτα την απορία: Με ποια αναλυτικά προγράμματα και με ποια βιβλία θα υλοποιηθεί το σχέδιο του υπουργείου παιδείας όσον αφορά τη σύνολη λειτουργία του Νέου Λυκείου;

Αν είναι αυτονόητο ότι τα σημερινά βιβλία προφανώς αντιστοιχούσαν στη δομή του υπάρχοντος λυκείου, πώς μπορεί να ανταποκριθούν και στη νέα μορφή του λυκείου, η οποία είναι αρκετά διαφορετική από την υπάρχουσα δομή;

Αν υπάρχει σχέδιο νέων βιβλίων, υπάρχει καμιά περίπτωση να έχουμε νέα βιβλία για την Α΄ Λυκείου τον επόμενο Σεπτέμβριο, δοθέντος του μεγάλου απαιτούμενου χρόνου; Εκτός αν οδηγηθούμε, όπως διαφαίνεται, σε συρραφές διαφόρων τμημάτων βιβλίων ήδη χρησιμοποιούμενων με επιμέρους προσθέσεις και αφαιρέσεις.
Ακόμα, οι όποιες αλλαγές είναι καρπός έρευνας με επιστημονικά μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσης ή απόψεις μερικών προσώπων; Ποια παιδαγωγική και επιστημονική αντίληψη λέει ότι ένα μάθημα της Β΄ λυκείου μπορεί να εισαχθεί σε άλλη τάξη, χωρίς μια προς τούτο στοιχειώδη έρευνα; Και, όταν τέτοια βιβλία προϋποθέτουν κάποιες προαπαιτούμενες γνώσεις (π.χ. για τη συζητούμενη Βιολογία οι γνώσεις Χημείας της Α΄ λυκείου), πώς «ξεπερνάμε» αυτό το πρόβλημα;

Επίσης, οι «εμβαθύνσεις» του Νέου Λυκείου θα γίνουν με βάση τα βιβλία των σημερινών κατευθύνσεων που αντιστοιχούν σε άλλα αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα; Ή μήπως απλώς προστεθεί νέο (ψηφιακό ή μη) εκπαιδευτικό υλικό; Επιπρόσθετα, δεν θα έπρεπε ήδη να έχει αποκτήσει θεσμικό χαρακτήρα η αλλαγή στο περιεχόμενο τουλάχιστον της Α΄ λυκείου για να γνωρίζουν μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς;

Η άποψή μου είναι απλή. Αν το Νέο Λύκειο δεν «κουβαλάει» μαζί του και ένα Νέο Περιεχόμενο, δε θα μπορεί να λειτουργήσει ως στοιχείο μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμιση και το μόνο που θα συζητηθεί και επικυριαρχήσει θα είναι το σύστημα πρόσβασης των μαθητών στα πανεπιστήμια που θα ακολουθήσει.

Και η παρατήρηση. Εκτιμώ, με βάση την προσωπική μου εμπειρία «πρώτης γραμμής», ότι, αν διαμορφωθεί σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με κενά στην αξιοπιστία του και στην αντικειμενικότητά του, θα έχουμε σοβαρές εκπαιδευτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ας αναλογιστούμε μερικά στοιχεία: α) τι προσδοκίες διαμορφώνουν οι μαθητές και οι γονείς τους για τις πανεπιστημιακές σπουδές, β) πόσο κόπο καταβάλλουν οι μαθητές και πόσα χρήματα διαθέτουν οι γονείς τους για αυτή την εισαγωγή, γ) πόσο μεγάλο είναι αυτό το κοινωνικό μέρος επί του συνόλου του πληθυσμού και δ) πόσες δεκαετίες έχουν περάσει χωρίς να διατυπωθεί καμιά ένσταση (πλην εκείνης της διαρροής του Ράμμου) επί του αδιάβλητου αυτών των εξετάσεων.

Υπάρχει περίπτωση να δεχθεί ο γονέας και ο «φοιτητής της Σχολής» να γίνει η τελική του κατάταξη στο πανεπιστημιακό Τμήμα και η επακόλουθη επαγγελματική του εξέλιξη με βάση τη γνωριμία με τον α ή β καθηγητή του πανεπιστημίου; ή με βάση το παραταξιακό του προφίλ και πρεστίζ; ή με βάση μια ενδεχόμενη νέου τύπου συναλλαγή; Ή μήπως αναπτύσσουμε ένα πεδίο νέας θεματικής καταλήψεων; Ελπίζω να αναλογίζονται οι υπεύθυνοι ότι το σύστημα των γενικών εξετάσεων δεν μπορεί να μεταφερθεί στο πανεπιστήμιο, δεν μπορεί να βρει ανάλογες φόρμουλες εφαρμογής και μάλλον θα πλήξουν, εκτός των άλλων, ανεπανόρθωτα και το κύρος των πανεπιστημίων.

Υπάρχουν και άλλα δύο στοιχεία που μπορεί να αμφισβητήσουν το αδιάβλητο του συστήματος. α) Η περαιτέρω ενίσχυση της συμμετοχής των προφορικών βαθμών των καθηγητών του λυκείου. Μια τέτοια πρακτική εφαρμόστηκε και στο παρελθόν, οδηγήθηκε σε πλήρη αποτυχία, δημιούργησε «νεοπλασματικά» μορφώματα πλασματικών «αριστούχων μαθητών» και ανέδειξε παρακμιακά στοιχεία. β) Η πρόχειρη εφαρμογή του μαθήματος / δράσης της «έρευνας», αν προσμετρήσει τελικά στο βαθμό πρόσβασης.

Αν, δηλαδή, δεν υπάρχει καλή επιμόρφωση των καθηγητών που θα ασχοληθούν με την έρευνα και δεν διατεθούν καλά σχολικά εγχειρίδια, βιβλιογραφία και ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό, τότε η αποτυχία ενός ιδιαίτερα σημαντικού θεσμού θα έχει υπονομευτεί εξ αρχής.

Η άποψή μου. Πρώτα πρέπει να εξασφαλιστούν οι προϋποθέσεις για μια σωστή «διδασκαλία έρευνας», γιατί το λύκειο σήμερα δεν είναι έτοιμο και μετά μπορεί να συνυπολογίζεται στο σύστημα πρόσβασης. Μια κακή εφαρμογή θα ζημιώσει – εκτός των άλλων – και την αντικειμενικότητα του συστήματος πρόσβασης αλλά και την ιδέα της έρευνας, που είναι τόσο αναγκαία ως μορφωτικό εφόδιο των νέων στις σημερινές εποχές.

Δεν υπάρχουν σχόλια: