Του Κώστα Γ. Μαμέλη*
1.Η ΑΝΑΓΚΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ
Μέσα στην περιδίνηση της οικονομικής κρίσης η πρώτη εφαρμογή του «Καλλικράτη» (όπως «βαφτίστηκε» η μεγάλη μεταρρύθμιση στη συγκρότηση της χώρας) πέρασε-λανθασμένα-σε δεύτερη μοίρα, αν όχι στα αζήτητα.
Φαίνεται να απασχολεί μόνον «τους ανθρώπους της αυτοδιοίκησης» και κάποιους «ειδικούς», ενώ τόσο το μέγεθος της μεταρρύθμισης όσο και η ποιότητα και η ιστορικότητα των ανατροπών που επιφέρει (και θα επιφέρει) θα έπρεπε να απασχολεί όλους τους πολίτες, στο βαθμό που οι θεσμικές και ουσιαστικές ανακατατάξεις του θεσμού δημιουργούν νέα πεδία λειτουργίας της κοινωνίας, με σύγχρονες μορφές κοινωνικής οργάνωσης, μεταφέροντας το κέντρο βάρους της δημόσιας λειτουργίας σε εγγύτερες, αναγνωρίσιμες, διαφανέστερες και λειτουργικότερες μορφές διεύθυνσης.
Ευθέως ανάλογη συμπεριφορά επιδεικνύουν και τα περισσότερα μ.μ.ε. που είτε εκλαμβάνουν την μεταρρύθμιση ως παραπολιτική λειτουργία που αφορά πρόσωπα της κατεστημένης δημοσιότητας, είτε θεωρούν ότι ο «Καλλικράτης» εξαντλήθηκε, μετά την πρόσφατη εκλογή των αιρετών της αυτοδιοίκησης.
Όμως, η μεταρρύθμιση δεν αφορά πρόσωπα, ή έστω, και πρόσωπα.
Δεν εξαντλείται στην εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου 2010, δεν ολοκληρώνεται με τους λιγότερους και ισχυρότερους Δήμους και τη νέα αιρετή Περιφέρεια.
Αφορά, κυρίως, το νέο μοντέλο διοίκησης της χώρας, την αποτελεσματικότητά της, την αλλαγή της νοοτροπίας διοικούντων και διοικουμένων.
Πρόκειται για την σημαντικότερη ανατροπή που συμβαίνει στο κράτος Λεβιάθαν που μεταλλάσσεται δραστικά σε αποκεντρωμένη διευθύνουσα δύναμη της δημόσιας λειτουργίας.
Ταυτόχρονα, στο μέτρο που η αρχή της εγγύτητας βρίσκεται στον πυρήνα της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας (δηλ. η κατοχύρωση της μέγιστης δυνατής επαφής των πολιτών στο επίπεδο των αποφάσεων που τους αφορούν) η εξέλιξη του «Καλλικράτη» αποκτά μείζονα σημασία, ενόψει της πρώτης ουσιαστικής έναρξης της εφαρμογής του, στο επίπεδο των δύο βασικών αξόνων του.
Του (νέου-ισχυρού) Δήμου.
Της (νέας-αιρετής) Περιφέρειας.
2.ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ
Οι σύγχρονες τάσεις της «αρχιτεκτονικής» του σύγχρονου εθνικού κράτους που κατανοεί τη θέση του στον υπό διαμόρφωση πολυπολικό κόσμο των υπερεθνικών ενοτήτων, επιβάλλει την υποχρέωση των αναγκαίων προσαρμογών σε μεγέθη, λειτουργίες, χωρητικότητες, ευελιξία. Χωρίς αυτά η συμβατική, κλασσική, απαρχαιωμένη και γραφειοκρατική διοίκηση δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα σημερινά και μέλλοντα ζητούμενα.
Την ισόρροπη ανάπτυξη και την καθολική κοινωνική συνοχή σε συνθήκες δημοκρατίας και διαφάνειας.
Γι αυτό, στην περίπτωση του «Καλλικράτη» είναι ανάγκη να τονίσουμε ότι:
«Με τη δημιουργία μιας νέας, επιχειρησιακά ικανής και δημοκρατικά υπεύθυνης αυτοδιοίκησης δύο βαθμίδων, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την αναδιάταξη της αποκεντρωμένης κρατικής διοίκησης σε μεγαλύτερη κλίμακα, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο οργανωτικός της εξορθολογισμός, αλλά και η αποσυμφόρησή της από αρμοδιότητες που μπορούν να ασκηθούν αποτελεσματικότερα σε τοπικό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό, το ελληνικό διοικητικό σύστημα προσαρμόζεται καλύτερα στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές μιας σύγχρονης πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Οι αποκεντρωμένες διοικήσεις αυτής της κλίμακας, μπορούν να ασκήσουν καλύτερα και αποτελεσματικότερα την γενική αρμοδιότητα που τους απονέμει το Σύνταγμα, συμβάλλοντας στην αποσυμφόρηση των κεντρικών υπηρεσιών που θα μπορέσουν να επικεντρωθούν στον επιτελικό τους ρόλο» (Εισηγητική έκθεση, σελ.1).
3.Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΩΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΩΡΟΥ.
Ο «Καλλικράτης» (ως αντικατοπτρισμός του συσχετισμού κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων προοδευτικής κατεύθυνσης), αποτελεί προϊόν της βασικής ιδεολογικής αρχής της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, της υπεράσπισης του πληττόμενου (από το νεοφιλελευθερισμό) δημόσιου χώρου, στο πλαίσιο μιας νέας ανάγνωσης των σχετικών συνταγματικών επιταγών.
Η δημοκρατική αρχή στη σύγχρονη εκδοχή της (κέντρο βάρους ο πολίτης-διαβούλευση-διαφάνεια-χρηστή διοίκηση-κοινωνική λογοδοσία-μετρήσιμη αποτελεσματικότητα) διατρέχει το σύνολο του νέου θεσμού με ισχυρές ρυθμίσεις και πρότυπη μεθοδολογία, προκειμένου να υπηρετηθεί με άριστο τρόπο η λαϊκή κυριαρχία, που τον διαπερνά εγκάρσια και κατοχυρώνει στο σύνολο των επιμέρους προβλέψεών του, την ιδεατή «καθαρή σχέση» πολίτη και Πολιτείας.
4.Η ΕΠΙΒΕΒΛΗΜΕΝΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Αν, λοιπόν, ο «Καλλικράτης», διαμορφώνει και αναδεικνύει νέα πεδία πολιτικής και υποδέχεται την προοδευτική εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνικής οργάνωσης πάνω σε στέρεες και ελπιδοφόρες βάσεις, τότε αποτελεί πρώτιστο καθήκον των ενεργών πολιτών η έναρξη μιας ανοιχτής συζήτησης για τις ρυθμίσεις του, είτε με τη μορφή της κριτικής αποτίμησης για τις πρόνοιες του νομοθετήματος, είτε με τη μέθοδο της αξιολόγησης της πρώτης εφαρμογής τους.
Πρόκειται για επιβεβλημένη συζήτηση αφού μετά την πρώιμη μελέτη του θεσμού (όπως εκφράστηκε από τη σχετική δημόσια διαβούλευση προ της ψήφισης του νόμου), είναι ανάγκη να ακολουθήσει μια μεταγενέστερη (ύστερη) κριτική, στην κατεύθυνση των αναγκαίων βελτιώσεων και εξειδικεύσεων (στα απομένοντα προς έκδοση προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις που θα ολοκληρώσουν το θεσμό), μπροστά στις ήδη κεκτημένες εμπειρίες εφαρμογής και στα κεφαλαιώδη ζητήματα που εγείρονται στη φάση της-όχι από παρθενογένεση- δημιουργίας των δύο επιπέδων της αυτοδιοικητικής διεύθυνσης.
Τα πεδία της συζήτησης (ενδεικτικά και όχι περιοριστικά), κατά τη γνώμη μου, μπορούν να αφορούν:
1.Την έλλειψη θεσμικού και διαφανούς μηχανισμού μετάβασης από τον παλιό «καποδιστριακό» Δήμο, στο νέο «Καλλικρατικό».
2.Τις προδιαγραφές της συντεταγμένης-χρονικά και λειτουργικά- δόμησης της νέας αιρετής Περιφέρειας και τους ρυθμούς της αναγκαίας λειτουργικής μεταφοράς των εξουσιών που της εκχωρούνται.
3.Την ενίσχυση της συλλογικής λειτουργίας της αιρετής διευθύνουσας ομάδας (σε Δήμο και Περιφέρεια) σε βάρος του μονοπρόσωπου μοντέλου αλλά και υπέρ της συλλογικής δημιουργικής αντιπολίτευσής της.
4.Την από-γραφειοκρατικοποίηση του θεσμού που επιβαρύνεται από πολλαπλά επίπεδα ελέγχου διαχείρισης-όχι απαραίτητα αποτελεσματικού.
5.Την γενναία αυτοκριτική και κριτική αποτίμηση των εκλογικών διατάξεων του θεσμού, με δεδομένες τις καταγραφές των αδυναμιών, των παθογενειών και των δυσλειτουργιών που παρατηρήθηκαν εμπειρικά στην πρόσφατη εφαρμογή τους.
5.ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΥΕΙΝ ΒΟΥΛΕΤΑΙ;
Με τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι ο δημόσιος διάλογος-η επιβεβλημένη συζήτηση-είναι αναγκαία συνθήκη όχι μόνο της κατανόησης του «Καλλικράτη» στο σύνολο των ρυθμίσεων (αλλά και των θετικών επιπτώσεών του),αλλά κυρίως στη βελτιστοποίηση των ρυθμίσεών του. Γιατί μόνον έτσι η αναγκαία συνθήκη θα γίνει και ικανή συνθήκη.
Η χώρα, οι πολίτες της, η Ελληνική Δημοκρατία στη διαχρονία της, λίγες φορές ευτύχησε να βρίσκεται μπροστά σε τέτοιο μεταρρυθμιστικό μέγεθος, η εφαρμογή του οποίου δεν αποτελεί συνήθη πρακτική διαχείρισης, αλλά εξαιρετική πολιτική ανατροπής.
Γιαυτό το καθήκον και η υποχρέωση συμβολής στην εφαρμογή του «Καλλικράτη» αναδεικνύει την υποχρέωση της συμμετοχής στη νέα και δημιουργική δημόσια διαβούλευση που τα φιλόξενα eklogika.gr στις ιστοσελίδες τους έχουν την υποχρέωση να δρομολογήσουν, ως ελάχιστη συνεισφορά τόσο στον σπουδαίο και μοναδικό «Καλλικράτη», όσο και στις πολλές εκατοντάδες χιλιάδες των ενεργών πολιτών - διαδραστικών αναγνωστών του, που αποζητούν να βρίσκονται εκεί όπου γεννιέται το ελπιδοφόρο καινούργιο.
Λοιπόν, ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΥΕΙΝ ΒΟΥΛΕΤΑΙ;
*Δικηγόρος-Μέλος Ε.Σ.ΠΑΣΟΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου