Toυ Νίκου Κοτζιά
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν δείχνουν να αποκτούν δυναμική, παρά την κρίση ταυτότητας και διαχείρισης του κυβερνητικού κόμματος. Ως προς την ΝΔ, οι κύριοι λόγοι της ανεπαρκούς δυναμικής της είναι κατά τη γνώμη μου οι εξής: (α) Η ιδιαίτερη αδυναμία της μετακαραμανλικής εποχής της. (β) Η έλλειψη εσωτερικής συνοχής και συντονισμού πολιτικής. (γ) Τα όρια της πολιτικής που μπορεί να προβάλλει. (δ) Οι επιθέσεις που δέχεται από διάφορα κέντρα, αλλά και η πίεση που δέχεται από το εξωτερικό της περιβάλλον. Τέλος κεντρικό της πρόβλημα παραμένει το γεγονός ότι αντιμετωπίζει μια κυβερνητική πολιτική που για σημαντική μερίδα των δυνάμεών της, αλλά και των στηριγμάτων της στο κοινωνικό κατεστημένο, θεωρείται τουλάχιστον ενδιαφέρουσα, αν όχι ορθή.
Ο ιστορικός παράγονταςΗ ΝΔ είναι το κόμμα που επεδίωξε να εφαρμόσει το σημερινό «επιβεβλημένο» πρόγραμμα το διάστημα του 1989-1993 πολύ πριν αποκτήσει ο ξένος παράγοντας την σημερινή άμεση δίοδο επιβολής ενός τέτοιου προγράμματος. Αφού είναι βαθιά εμποτισμένες στις μνήμες της κοινωνίας. Αλλά και η πρόσφατη ιστορία της ΝΔ δεν είναι απαλλαγμένη από αρνητικές μνήμες για τους πολίτες. Η διακυβέρνηση του τόπου στην περίοδο του Κ. Καραμανλή, ιδιαίτερα στην δεύτερη σύντομη θητεία του, αποδείχτηκε ως η μήτρα πολλών σημερινών δεινών. Δεινά για τα οποία η σημερινή ηγεσία της ΝΔ δεν έχει δώσει επάρκεια εξηγήσεων, ενώ δεν έχει αποδεσμευτεί και αυτονομηθεί από αυτά.
Η ΝΔ ως προς την πρόσφατη κυβερνητική της ιστορία βιώνει σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα που βίωσε και το ΠΑΣΟΚ όταν επέστρεψε το 2004 στην αντιπολίτευση. Όπως η ΝΔ δεν γνωρίζει πώς να χειριστεί το ζήτημα του Καραμανλή και του πρόσφατου κυβερνητικού της «έργου», ανάλογο πρόβλημα αντιμετώπιζε πριν επτά χρόνια η υπό τον Γ. Παπανδρέου ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Και εκείνη ταλαντεύτηκε πολλαπλώς στο πώς να αξιολογήσει και να ερμηνεύσει τις νεοφιλελεύθερες και σκανδαλώδεις πρακτικές των τελευταίων χρόνων διακυβέρνησης του τόπου από το ΠΑΣΟΚ. Τελικά, μετά από μια περίοδο ισχυρής αυτοκριτικής, το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Επιλογή που το οδήγησε το 2007 σε μια εκλογική ήττα εξίσου μεγάλη με εκείνη του 2004.
Η διαφορά ανάμεσα στην ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ ως προς το παρελθόν, είναι αφενός ότι στον νέο πρόεδρό της δεν μπορεί να χρεωθεί η ακραία αντιλαϊκή της πολιτική την περίοδο 1990-93, αλλά ούτε και αυτή ακόμα η ακινησία της πενταετίας Καραμανλή, αφού έκανε μόνο τους τελευταίους οκτώ μήνες υπουργός της και μάλιστα σε ένα μη κεντρικό υπουργείο, ενώ ο Γ. Παπανδρέου είχε ασφαλώς μακρότερη και κεντρικότερη θέση στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Αφετέρου, όμως, ενώ ο Γ. Παπανδρέου ανήκει στην «δυναστεία» του ΠΑΣΟΚ, άρα πήρε το κόμμα «πίσω από έναν ξένο». ο Α. Σαμαράς δεν ανήκει στην καραμανλική δυναστεία της ΝΔ και μάλιστα παρέλαβε το κόμμα μετά από την ήττα του νεότερου Καραμανλή.
Προβλήματα πολιτικών μετώπων της ΝΔ
Το ΠΑΣΟΚ ξαναβρήκε τον εαυτό του, όταν εμφανίστηκε ως η δύναμη συγκρότησης ενός πολιτικά αυτόνομου μετώπου των ταλαντούχων και παραγωγικών δυνάμεων της χώρας που θα συμπαρέσυρε σε μια πορεία δημοκρατικής ανάπτυξης και τους περιθωριοποιημένους. Πολιτική που το οδήγησε προς τη νίκη, αν και την εγκατέλειψε μετά την άνοιξη του 2009. Αντίθετα, η ΝΔ δεν δείχνει να είναι διατεθειμένη να διατυπώσει μια τέτοια ριζοσπαστική πολιτική πρόταση ώστε να διευρύνει το κοινωνικό της σύστημα συμμαχιών και στηριγμάτων. Περισσότερο δείχνει να πιέζεται από αδελφά κόμματα, δηλαδή τη διεθνή συντήρηση καθώς και ορισμένους κύκλους τραπεζιτών που έχουν προσβάσεις σε συγκεκριμένες «δομές της». Την πιέζουν να κινηθεί προς άλλες κατευθύνσεις, ή ορθότερα να ακινητοποιηθεί ως αντιπολίτευση. Πίεση που στο βαθμό που θα πετυχαίνει, αντίστοιχα η ΝΔ θα οδεύσει σε ήττα.
Ο Γ. Παπανδρέου είχε ως ιδεολογική του βάση ένα μείγμα αριστερού σοσιαλδημοκρατισμού αναρχοκοινοτισμού στα ζητήματα της δημοκρατίας συνδεόμενου με έναν ισχυρό αντικρατισμό, καθώς και ενός διαφαινόμενου νεοφιλελευθερισμού σε πολλά θεμελιακά οικονομικά ζητήματα. Το γεγονός αυτό του επέτρεψε να προβάλλει στην περίοδο 2007-2009 τον δημοκρατικό και κοινωνικό εαυτό του και κατόπιν με εξίσου ευκολία να μετακινηθεί σε μία αυταρχικής πρακτικής πολιτικής υιοθέτησης και προώθησης του Μνημονίου. Σε αυτή του την μετακίνηση στηρίζεται από τους μέχρι πρότινος αντίπαλούς του στην διαπλοκή και όλο το συγκρότημα στο ΠΑΣΟΚ που είχε κυβερνήσει επί «εκσυγχρονισμού». Αντίθετα ο Α. Σαμαράς είναι φορέας ενός λαϊκού δεξιού κενσυανισμού με έντονα τα στοιχεία της ανησυχίας για τα εθνικά ζητήματα. Ενώ διαθέτει στα πλαίσια της σημερινής κρίσης την δυνατότητα να διατυπώσει ένα εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο, μακριά από το Μνημόνιο. Όμως στη συνέχεια έδειξε να ταλαντεύεται πάνω σε ζητήματα που ακολούθησαν ως «φυσική και λογική συνέχεια» το Μνημόνιο. Η έλλειψη σαφούς και σταθερού προσανατολισμού συνοδεύτηκε από την παρουσία διαφορετικών αντιλήψεων στο εσωτερικό της ΝΔ. Η έλλειψη συνοχής στην δράση και συναντίληψης στις δηλώσεις των στελεχών συχνά την εκθέτουν ως ασυνεπή, αν όχι και δίγλωσση.
Προσπάθειες πρόσβασης απέξω και υπονόμευσης της ΝΔ
Οι εξωτερικές δυνάμεις και τα εγχώριο κατεστημένο προσπαθούν να πριονίσουν τον Α. Σαμαρά, διότι θέλουν να εξασφαλίσουν χρόνο και ηρεμίας στην πολιτική σκηνή προκειμένου να διασφαλίσουν την λεηλασία των 50 και άλλων τινών δισεκατομμυρίων που η κυβέρνηση τους κάνει δώρο. Δώρο που εμφανίζεται ως δήθεν «σιδηρά αναγκαιότητα εξαιτίας της κρίσης». Λεηλασία για την οποία η ΝΔ διεκδικούσε αρχικά την μητρότητά της. Ταυτόχρονα, οι δυνάμεις της διαπλοκής συμβάλλουν στην υπερπροβολή του κόμματος της κ. Μπακογιάννη, που μέχρι τώρα τα πραγματικά δημοσκοπικά στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι δεν θα εισέλθει σε μελλοντική βουλή καθώς και στην προβολή του ΛΑΟΣ ως ένα είδος ιδιαίτερου κόμματος: ακροδεξιών αντιλήψεων που τάχα κινείται στο κέντρο. Κόμμα το οποίο έχει, πλέον, εισέλθει στα σαλόνια μαζί με εκείνο της Δημοκρατικής Συμμαχίας. Πρόκειται για δύο κόμματα που από διαφορετικές αφετηρίες, αλλά σε ένα είδος αόρατου συντονισμού, επιδιώκουν να κάνουν τη ΝΔ σάντουιτς. Στην υπηρεσία αυτής της επιδίωξης, τα δύο αυτά κόμμα αξιοποιούν πραγματικά λάθη και αδυναμίες της ΝΔ. Η ουσία δε, αυτής της επιδίωξης είναι η κάλυψη των νώτων της σημερινής κυβέρνησης. Πριν απ’ όλα μιας πολιτικής που εξυπηρετεί τα μεγάλα άνομα συμφέροντα. Συμφέροντα που διαθέτουν ερείσματα στην ίδια τη ΝΔ.
Η παρουσία συγκρουόμενων αντιλήψεων εντός της ΝΔ δεν είναι «απλά» προϊόν ύπαρξης διαφορετικών ακαδημαϊκών σχολών στο εσωτερικό της. Όχι ότι δεν υπάρχουν και τέτοια. Το κύριο κατά τη γνώμη μου συνδέεται με το γεγονός ότι υπάρχουν στο εσωτερικό της δυνάμεις που έχουν διασυνδέσεις και «χρέη» προς τρίτους και όχι απαραίτητα προς την σημερινή ηγεσία. Και το χειρότερο, δυνάμεις με άμεσες διασυνδέσεις με τμήματα της διαπλοκής στα Μέσα, στην Εργολαβία και στις τράπεζες. Κατά συνέπεια δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος ότι η συχνή σύγχυση που προκαλείται ως προς τις θέσεις της ΝΔ είναι προϊόν απλά κάποιου λάθος εκτίμηση και όχι αποτέλεσμα σκόπιμης καθοδήγησης από κέντρα πέραν της σημερινής ηγεσίας.
Πάγια τακτική η «περικύκλωση» του αρχηγού
Οι προαναφερόμενες δυνάμεις επιδιώκουν, επιπλέον, να ελέγξουν σημαντικά πόστα εντός της ΝΔ, ιδιαίτερα στο περιβάλλον του αρχηγού της. Κατά προέκταση να διασφαλίσουν άμεση πρόσβαση στο περιβάλλον του πιθανά μελλοντικού πρωθυπουργού καθώς και ενός νεοδημοκρατικού μελλοντικού υπουργικού συμβουλίου. Για αυτό, εξάλλου, κατηγορούν με μανία ανθρώπους που βρίσκονται κοντά στον σημερινό αρχηγό της ΝΔ και τους οποίους δεν ελέγχουν, ενώ προβάλλουν εκείνους οι οποίοι με πίστη τους έχουν υπηρετήσει στο παρελθόν. Τα μεγάλα συμφέροντα στην ελληνική πολιτική σκηνή δεν ενδιαφέρονται τόσο για το ποιο κόμμα είναι στην εξουσία, όσο για το βαθμό που μπορούν να το ελέγξουν και να κάνουν τις δουλειές τους. Με άλλα λόγια ενδιαφέρονται για το ποιος έχει ποια αρμοδιότητα, σημερινή και μελλοντική. Σήμερα, επί παραδείγματι, επιθυμούν να επηρεάζουν την ΝΔ με τρόπο ώστε η κυβέρνηση «να μπορεί» να ενδίδει στην διαπλοκή χωρίς να ανησυχεί για τις αντιδράσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Για «αύριο», επιθυμούν να πλασάρουν τον «κατάλληλο άνθρωπό» προκειμένου να διαθέτουν άμεσες προσβάσεις στα «κατάλληλα» υπουργεία.
Αυτά όλα θα μπορούσε να τα κατανοήσει έγκαιρα ο Α. Σαμαράς αν μελετούσε τον τρόπο που οι επιθέσεις της διαπλοκής απέκοβαν τον Γ. Παπανδρέου από εκείνος τις δυνάμεις που τον είχαν βοηθήσει στην πολιτική ανάδειξη και ωρίμανσή του. Επιθέσεις με τις οποίες επιδιώκετο να επιβληθούν στελέχη που τον είχαν οδηγήσει σε πολλαπλές ήττες, αλλά και καινούργιο πολιτικό προσωπικό που προέρχονταν από το πουθενά. Που συχνά τον είχαν πολεμήσει από τα αντίπαλα ελεγχόμενα στρατόπεδα, ή ήταν ακόμα και υπάλληλοι συγκεκριμένων μεγάλων συμφερόντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου