Υπογράμμισα στο άρθρο της προηγούμενης εβδομάδας, την ανάγκη να αποκτήσει η χώρα ένα ουσιαστικό σχέδιο ανάπτυξης και ταυτόχρονα να διαμορφωθεί από τα κάτω ένα κίνημα το οποίο θα αποτρέψει την κατάρρευση της χώρας σε ένα αυταρχικό καθεστώς λογιστικής που περιορίζει τόσο την κυριαρχία της χώρας, όσο και την ίδια τη δημοκρατία σε αυτή. Δυστυχώς οι κυβερνώντες είναι της άποψης ότι η δημοκρατία εμποδίζει την προώθηση της οικονομικής πολιτικής που έχουν επιλέξει. Συζητούν και αποφασίζουν για τα σημαντικότερα ζητήματα της χώρας μακριά από την δημοσιότητα όπου τους παίρνει, σε συνεννόηση με τη λεγόμενη τρόικα και όχι με τον κυρίαρχο λαό. Στο όνομα των πραγματικών οικονομικών προβλημάτων της χώρας, κάποιοι πιστεύουν ότι μπορούν να υπονομεύουν κοινωνικές κατακτήσεις δεκαετιών και δημοκρατικές λειτουργίες που επέβαλε ο αντιχουντικός αγώνας της περιόδου 1967-1974. Νομίζουν ότι είναι σε ένα είδος θεϊκής αποστολής που τους επιτρέπει να τσαλαπατούν δημοκρατικές διαδικασίες, κοινωνικούς διαλόγους, δικαιώματα. Η αντίσταση σε μια τέτοια πορεία που αρχίζει να γίνεται για ορισμένους αυτονόητη, απαιτεί ένα πρόγραμμα πάλης. Όχι κάποιου κόμματος ή κοινωνικού φορέα, αλλά του κάθε πολίτη, του κάθε μπλόκερ, της κάθε παρέας και όποιου θεσμού αντιλαμβάνεται υπεύθυνος για το που πάνε τα πράματα. Οι στόχοι που προτείνω είναι έξη. Στους τρεις αναφέρθηκα ήδη (προάσπιση της δημοκρατίας, των κοινωνικών κατακτήσεων, του δημόσιου πλούτου). Σήμερα θα ήθελα να αναφερθώ στους εναπομείναντες τρεις, δηλαδή, στους στόχους προάσπισης μιας δίκαιης ανάπτυξης, εμπέδωσης μιας νέας δημοκρατικής αντίληψης για την ΕΕ, και, τέλος, μιας δημοκρατικής ρεαλιστικής ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής.
Η προάσπιση μιας κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξηςΑπό την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η κρίση επεσήμανα δημόσια την ανάγκη να αποτραπεί ένας μονόπλευρος προσανατολισμός στην οικονομία. Ένας προσανατολισμός που υποκατάστησε την πολιτική εν γένει και την οικονομική πολιτική ειδικότερα με λογιστικές πράξεις. Πίσω βέβαια από τις λογιστικές πράξεις κρύβεται μια πολιτική που είναι εύκολη στα σκληρά μέτρα έναντι των αδύναμων και δύσκολη έναντι των ισχυρών.Μια πολιτική ανακατανομής πλούτου υπέρ των εχόντων και κατέχοντων. Μια πολιτική που επιμένει στον νεοφιλελευθερισμό και στη λογική του. Με άλλα λόγια στην μονόπλευρη λιτότητα που οδηγεί στην ύφεση για τους πολλούς και αρπακτικές δυνατότητες για τους λίγους, Ιδιαίτερα τους ξένους επενδυτές, τις τράπεζες και όσους έχουν ληστέψει τη χώρα με φοροκλοπές και φοροδιαφυγή. Οι δυνάμεις που οδήγησαν την χώρα στα σημερινά της χάλια, διαφθαρμένοι πολιτικοί, τραπεζίτες, κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, υπάλληλοι συμφερόντων τρίτων, όλοι αυτοί που με τον ένα ή άλλο τρόπο συμμετείχαν στα μεγάλα σκάνδαλα που έπνιξαν τη χώρα, παριστάνουν σήμερα τους μόνους και αποκλειστικούς ικανούς να βγάλουν τη χώρα από την κρίση. Στην πραγματικότητα, αφού έφτασε η χώρα στο χείλος του γκρεμού, εξαιτίας της κερδοσκοπίας και της λαμογιάς, οι αρμόδιοι, προωθούν μια πολιτική που δίνει τη δυνατότητα να εξέλθουν κερδισμένες από την κρίση οι ίδιες δυνάμεις που μας έφεραν στο σημείο που βρισκόμαστε. Προπαγανδίζουν ως διέξοδο από την κρίση το ξεπούλημα της χώρας. Δεν εννοώ, ασφαλώς, τις όποιες νέες επενδύσεις για τη διεύρυνση της υλικοτεχνικής βάσης της χώρας, που είναι απαραίτητες, αλλά όσους επιτρέπουν την λεηλασία στο ήδη υπάρχον «μέλι».Οι δημοκρατικές και αναπτυξιακές δυνάμεις της χώρας θα πρέπει να αντισταθούν σε ένα τέτοιο παιχνίδι που την ανακατανομή εισοδήματος που επέβαλε το ΔΝΤ και η ΕΕ, και με ιδιαίτερη θέρμη εφαρμόζει η κυβέρνηση, θέλει να τη συνοδέψει από την ανακατανομή πλούτου και ιδιοκτησίας, ιδιαίτερα δημόσιας, υπέρ των λίγων. Διότι πέρα από το γεγονός ότι είναι κοινωνικά άδικο, μια τέτοια επιλογή δεν προσθέτει τίποτα στο σώμα της χώρας. Εκείνο που απαιτείται, είναι να υπάρξουν θαρραλέες μεγάλες επενδύσεις σε σύγχρονους κλάδους οικονομίας και να ειδικευτεί η χώρα στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα. Να διευρύνει αποφασιστικά την υλικοτεχνική της βάση σε τομείς υψηλής τεχνολογίας και υψηλής ειδίκευσης (άρα και καλοπληρωμένης) εργασίας.
Η Ελλάδα οφείλει να υποστηρίξει ένα δημοκρατικό
αναπτυξιακό δίκαιο μέλλον για την ΕΕ
Σε αντίθεση με τη δεκαετία του ενενήντα η Ελλάδα δεν διαθέτει σήμερα μια σαφή και ποιοτικά επαρκή πολιτική έναντι της ΕΕ. Όπως και στα χρόνια της ΝΔ, εξακολουθεί απλά να προσαρμόζεται στις επιλογές των ισχυρών της ΕΕ. Αυτός, όμως, δεν είναι τρόπος αντιμετώπισης των σημερινών και μελλοντικών αναγκών της χώρας εντός της ΕΕ, αλλά ούτε καιμια εθνική ευρωπαϊκή πολιτική που υπογραμμίζει και προωθεί της ελληνικές αντιλήψεις για την Ευρώπη. Η χώρα έχει μετατραπεί σε αυτόν τον τομέα σε έναν μηχανισμό δημοσίων σχέσεων για πρόσωπα χωρίς πυξίδα και γραμμή πλεύσης. Ακριβώς λόγω αυτών των ελλείψεων δεν διαμορφώνει συμμαχίες χάρη στις οποίες θα μπορούσε και πάλι να προωθήσει τα εθνικά-ευρωπαϊκά της συμφέροντα. Συμμαχίες, επί παραδείγματι, των χωρών του νότου και της ευρωπαϊκής περιφέρειας γενικότερα, ιδιαίτερα ως προς τις ευρωπαϊκές πολιτικές, αλλά και με τις μικρές και μεσαίες χώρες και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως προς τους θεσμούς, τις διαδικασίες και την δομή της ΕΕ.Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη χώρα είναι, να συνεχίσει να κινείται στην ΕΕ έναν μοναχικό δρόμο.Μάλιστα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και προβλημάτων, ο μοναχικός δρόμος, αλλιώς μονόδρομος, είναι ο δρόμος υποταγής στις επιλογές των μεγάλων και ιδιαίτερα στη γερμανική αντίληψη για την Ευρώπη. Στην ώρα της κρίσης, ορισμένες χώρες, κύρια η Γερμανία, αντί να δουν πώς θα δράσουν οι ευρωπαίοι μαζί για την ενίσχυση της συνοχής της ΕΕ και το βάθεμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αναζητούν να ποινικοποιήσουν και άλλο την λειτουργία της Ένωσης. Στοχεύουν να την αναδιαρθρώσουν μελλοντικά και να βάλουν χώρες όπως είναι η Ελλάδα στη γωνία. Και το χειρότερο, κυβερνητικοί παράγοντες γεμάτο κόμπλεξ για τη χώρα, συναγωνίζονται με τους Γερμανούς στην υιοθέτηση τέτοιων λύσεων, προκειμένου να αποδείξουν ότι η Ελλάδα είναι σε καλό «δρόμο και δεν φοβάται τίποτα». Στην ουσία αδιαφορούν για το γεγονός ότι αυτά δεν πρόκειται να εφαρμοστούν σε βάρος της Γερμανίας, όπως δεν συνέβη κάτι τέτοιο το 2005 όταν Γαλλία και Γερμανία παραβίασαν το σύμφωνο σταθερότητας, αλλά θα εφαρμοστούν σε βάρος κρατών όπως είναι η Ελλάδα. Ότι με τη σημερινή τους συναίνεση ετοιμάζονται τα σκοινιά κρεμάσματος της Ελλάδας στο μέλλον. Για αυτό επαναλαμβάνω, είναι ανάγκη να προωθήσει ένα δημοκρατικό κίνημα για την ΕΕ μια διαφορετική αντίληψη για το μέλλον της. Ένα μέλλον δημοκρατικό και συνεκτικό και όχι ποινών και τιμωρίας.
Για μια ενεργητική δημοκρατική εξωτερική πολιτική
Στις σημερινές δύσκολες συνθήκες απαιτείται από μία χώρα να κατανοεί και να είναι σε θέση να δράσει με στρατηγική ικανή να υλοποιηθεί στο διαμορφωνόμενο νέο διεθνές περιβάλλον. Είναι επείγουσα ανάγκη, η Ελλάδα να αντιληφθεί την εξωτερική της πολιτική ως μια ειδίκευση μέσω της οποίας παράγει ασφάλεια για τη χώρα, αλλά και νέες δυνατότητες αξιοποίησης των νέων παγκόσμιων συνθηκών. Μακριά από φόβους, τολμηρά και μετρημένα. Νηφάλια και ενεργητικά. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα, πρώτον, προσδιορίζει τον εαυτό της ως ένα κράτος δυτικό, που, όμως, για ποικίλους λόγους οφείλει και είναι σε θέση να ανοίξει παραγωγικές – δημιουργικές σχέσεις με τις αναδυόμενες νέες αγορές και δυνάμεις, ιδιαίτερα εκείνες της ανατολής. Και αυτό, όχι ως μια αντιπαράθεση προς τις σημερινές της εντάξεις, αλλά ως μια ισχυρή ειδίκευση στα πλαίσια αυτών των εντάξεων μέσω της οποίας ειδίκευσης είναι σε θέση να αναλάβει νέους ρόλους, να αποκτήσει καινούργιους πόρους και να λειτουργήσει θετικά αναδιαρθρώνοντας το σύνολο των μηχανισμών εξωτερικής πολιτικής.Η νέα της αυτή ειδίκευση, αποτελεί πλεονέκτημα στην επίλυση των προβλημάτων της άμεσης ελληνικής περιφέρειας. Δεν αποτελεί πατριωτική πολιτική το να παραμένουν πολλά προβλήματα άλυτα και να συσσωρεύονται. Πατριωτική πολιτική είναι να προωθούνται λύσεις με προοδευτικό περιεχόμενο, αλλά και όπου αυτές δεν είναι άμεσα δυνατές να τίθενται κόκκινες γραμμές ώστε όλοι να γνωρίζουν ότι η φιλειρηνική πολιτική της χώρας αποτελεί πολιτική επιλογή μιας ισχυρής εξωτερικής πολιτικής και όχι μέθοδος υποχώρησης με τα σκέλια κάτω από τα πόδια γαυγίζοντας τάχα ανυποχώρητα.Η υλοποίηση των στόχων που αναφέρονται στο παρόν και στο προηγούμενο άρθρο, αποτελούν το ελάχιστο που οφείλουν να επιβάλλουν οι πλέον διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, παρέες, μπλοκ, πολίτες, στις δυνάμεις που νομίζουν ότι αυτή η χώρα είναι ξέφραγο αμπέλι αντικοινωνικών πειραματισμών και πολιτικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου