Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Επιστολή του Γ. Παπανδρέου στους αρχηγούς των κρατών - μελών του G-20


Ο Πρωθυπουργός, Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γιώργος Α. Παπανδρέου, απέστειλε προς τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων των κρατών - μελών του G-20, την ακόλουθη επιστολή, με την οποία τους κοινοποιεί Ψήφισμα του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, για την παγκόσμια οικονομία και την οικονομική μεταρρύθμιση:
Απευθύνομαι σε σας με την ιδιότητα του Προέδρου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, μιας παγκόσμιας οργάνωσης 160 σοσιαλιστικών, σοσιαλδημοκρατικών και εργατικών κομμάτων από όλο τον κόσμο. Στις 21 και 22 Ιουνίου 2010, το Συμβούλιο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς συνεδρίασε στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, στη Νέα Υόρκη.
Οι 350 συμμετέχοντες – αρχηγοί κομμάτων και ανώτεροι εκπρόσωποι από όλο τον κόσμο – συμμετείχαν σε μια ουσιαστική συζήτηση, με σκοπό τη διαμόρφωση κοινών θέσεων απέναντι στις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Υπήρξε ευρεία συναίνεση για την  απαιτούμενη στρατηγική εξόδου από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Επισυνάπτω το ψήφισμα για το οποίο συμφωνήσαμε, με την ελπίδα ότι θα συμβάλει στις αποφάσεις σας κατά την επερχόμενη Σύνοδο Κορυφής του G-20, στο Τορόντο. Παρά το γεγονός ότι οι χώρες του G-20 αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα του πληθυσμού του πλανήτη, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ακουστούν και οι φωνές των χωρών που δεν εκπροσωπούνται στο G-20.

Το ψήφισμα μας περιλαμβάνει μια σειρά από απτά μέσα πολιτικής που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα. Θέλω να επιστήσω την προσοχή σας στις συγκεκριμένες προτάσεις μας για τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Η πρόταση αυτή εξασφαλίζει ότι, δεν θα χρειαστεί ποτέ πια να διασώσουν οι φορολογούμενοι τις τράπεζες. Ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα συμβάλλει επίσης στον περιορισμό της φτώχιας στον κόσμο, επιτρέποντας τη χρηματοδότηση έργων, την κατάρτιση και τις υποδομές, που θα μας οδηγήσουν στην πράσινη οικονομία, ενώ θα δημιουργήσουν νέες, ποιοτικές θέσεις εργασίας, χωρίς να χρειάζεται να εξαρτώνται από τους συρρικνωμένους προϋπολογισμούς μας. Η καταπολέμηση των φορολογικών παραδείσων και η διασφάλιση ότι όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι διαφανή και ρυθμίζονται σωστά, αποτελούν επίσης επιτακτικές προτεραιότητες.
Οι προτάσεις αυτές δεν είναι μόνον εφικτές, αλλά και δίκαιες.
Στενότερος συντονισμός και περισσότερο εναρμονισμένες πολιτικές για τη στήριξη της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την επιτυχία οποιασδήποτε νέας χρηματοπιστωτικής δομής. Αναμένουμε από το G-20 να αποδείξει ότι, στις κρίσιμες αυτές στιγμές, οι παγκόσμιοι ηγέτες μπορούν να λάβουν αποφασιστική και συλλογική δράση που θα εξασφαλίσει ότι η παγκόσμια οικονομία μας είναι βιώσιμη.
Παραμένω στη διάθεση σας για οποιαδήποτε περαιτέρω συνεργασία για το θέμα αυτό.

Επισυνάπτεται Ψήφισμα του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς για την Παγκόσμια Οικονομία και την Οικονομική Μεταρρύθμιση



ΨΗΦΙΣΜΑ
ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ

Απαιτείται συντονισμένη πολιτική
Η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση η οποία άρχισε στα τέλη του 2008 δεν έχει ακόμη τελειώσει. Υπάρχουν σοβαρές ανισότητες στην παγκόσμια οικονομία και μεγάλη ανάγκη για μια καλά συντονισμένη οικονομική πολιτική μεταξύ των μεγάλων οικονομιών του κόσμου. Εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα για την πορεία προς την ανάκαμψη, ειδικότερα στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ. Εκφράζονται φόβοι ότι τα προβλεπόμενα μέτρα λιτότητας μπορεί να  θέσουν σε κίνδυνο την αναμενόμενη οικονομική ανάκαμψη.
Για το σκοπό αυτό, η παρούσα συνεδρίαση του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, απευθύνει ισχυρό μήνυμα προς τη σύνοδο του G-20, στο Τορόντο, στις 26-27 Ιουνίου 2010, υπέρ ενός εποικοδομητικού συντονισμού, σε συνδυασμό με συμφωνημένες πολιτικές εξόδου από τις πολιτικές στήριξης, ενώ θα αντιμετωπίζονται παράλληλα οι ανισότητες της παγκόσμιας οικονομίας.
Πολλές χώρες έχουν αποκτήσει τεράστια χρέη προκειμένου να αποφύγουν την επιδείνωση της κρίσης. Ακόμη και χωρίς αυτά τα αντίμετρα, τα ελλείμματα αυξήθηκαν απλά και μόνο επειδή η ύφεση οδηγεί σε χαμηλότερα φορολογικά έσοδα και μεγαλύτερες δαπάνες. Ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόστηκαν τα σχέδια διάσωσης σε πολλές χώρες συνέβαλε, συγκεκριμένα, στη διόγκωση του μακροχρόνιου χρέους.
Ενώ είναι φυσικό οι κυβερνήσεις να ανταποκρίνονται σε αυτά τα αυξανόμενα ελλείμματα με περικοπές δαπανών, είναι επιτακτική η ανάγκη οι υπηρεσίες για τους φτωχούς και οι βασικές επενδύσεις, όπως αυτές σε υποδομές, παιδεία και υγεία, να διατηρηθούν. Οτιδήποτε άλλο θα αύξανε το μακροχρόνιο κόστος της κρίσης, αυξάνοντας το τίμημα για τα αθώα θύματα της.
Είναι επίσης αναγκαίο να κληθεί να αναλάβει το κόστος της κρίσης ο χρηματοοικονομικός τομέας. Το αντίθετο δεν θα ήταν ούτε δίκαιο, ούτε αποτελεσματικό. Τα επαναλαμβανόμενα σχέδια διάσωσης αποτελούν στην ουσία επιδότηση του χρηματοοικονομικού τομέα και τέτοιες επιδοτήσεις δημιουργούν έναν υπερδιογκωμένο τομέα και υπονομεύουν οποιεσδήποτε προσπάθειες για αλλαγή. Η μετάβαση σε ένα πιο προοδευτικό φορολογικό σύστημα δεν θα αυξήσει μόνο το αίσθημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά θα συμβάλλει επίσης στη σταθεροποίηση της οικονομίας, επειδή τέτοιοι φόροι λειτουργούν σαν αυτόματοι σταθεροποιητές.
Πολλοί πολιτικοί ηγέτες ακολουθούν τώρα την οδό της «ταχείας εξόδου από την κρίση», η οποία είναι μία μη ρεαλιστική και επικίνδυνη οδός για την ανάκαμψη κάτω από τις παρούσες συνθήκες. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρξουν συντονισμένες μακροοικονομικές πολιτικές και στρατηγικές εξόδου και δεν μπορούμε να αναμένουμε ότι θα ακολουθήσουν όλες οι χώρες πανομοιότυπη πορεία σε ότι αφορά τα μέτρα λιτότητας. Το θέμα της χρονικής συγκυρίας για τις στρατηγικές εξόδου είναι κύριας σημασίας.
Οι χώρες που έχουν εμπορικό πλεόνασμα πρέπει να είναι έτοιμες να ενισχύσουν την εσωτερική ζήτηση και να εκπονήσουν  μεσοπρόθεσμα σχέδια για τον περιορισμό των ελλειμμάτων και του χρέους. Ταυτόχρονα, είναι σαφές ότι οι χώρες με τα μεγαλύτερα ελλείμματα πρέπει να προχωρήσουν ταχύτερα στην εξισορρόπηση των κρατικών προϋπολογισμών. Σημειώνουμε ότι, ο Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα, προειδοποίησε ότι οι μεγάλες περικοπές στον προϋπολογισμό θα έχουν αρνητική επίπτωση στην ανάπτυξη και την ανεργία. Σήμερα, η Κίνα έχει αυξανόμενο ρόλο στην παγκόσμια οικονομία. Είναι λοιπόν ζωτικό να είναι έτοιμη να ανατιμήσει η Κίνα το νόμισμα της και να αφήσει χώρο για την εγχώρια ζήτηση.
Ο κόσμος πρέπει να βρει έναν πολιτικό τρόπο για να λύσει το πρόβλημα των παγκόσμιων ανισοτήτων σε επίπεδο G-20. Απαιτούνται  εκτεταμένος πολυμερισμός και ένας νέος οικονομικός κώδικας δεοντολογίας για την εξισορρόπηση της οικονομικής ανάπτυξης. Οι υπερβολικές δαπάνες στις ελλειμματικές χώρες και η υποκατανάλωση στις πλεονασματικές χώρες, πρέπει να εξισορροπηθούν.

Απαιτείται οικονομική μεταρρύθμιση
Πρέπει να αναζητήσουμε μια νέα χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική, αν θέλουμε να αποτρέψουμε νέες οικονομικές κρίσεις και η ΣΔ χαιρετίζει την απόφαση του G-20 να στηρίξει τη μετάβαση προς αυτή τη νέα χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική, αλλά μας ανησυχεί η πραγματική δέσμευση πολλών πολιτικών ηγετών. Ουσιαστικά απαιτείται περισσότερη και καλύτερη ρύθμιση από αυτή που υπήρχε πριν από την κρίση. Απαιτείται επίσης, μεγαλύτερη διαφάνεια και ενίσχυση των ρυθμίσεων. Πρέπει επίσης, να εξαρθρώσουμε τους φορολογικούς παράδεισους και να δημιουργήσουμε αυτόματα συστήματα ανταλλαγής φορολογικών στοιχείων.

Φορολόγηση του χρηματοοικονομικού τομέα
Η ενδιάμεση έκθεση του ΔΝΤ εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος των χωρών του G-20 θα αυξηθεί κατά 40 ποσοστιαίες μονάδες τα έτη 2008-2015. Όταν μιλάμε για στρατηγικές δημοσιονομικής εξόδου είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι δεν ήταν ο δημόσιος τομέας, αλλά ο ιδιωτικός, κερδοσκοπικός τραπεζικός τομέας και η εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, που προκάλεσαν τη φούσκα των sub-prime και της κερδοσκοπίας, οδηγώντας στην κρίση της οικονομίας και της απασχόλησης. Και τα μέτρα νομισματικής και δημοσιονομικής στήριξης του δημόσιου τομέα ήταν ακριβώς αυτά που απέτρεψαν να γίνει η χρηματοοικονομική κρίση άλλη μία Μεγάλη Ύφεση. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε αν πρόκειται να επιβληθούν φόροι στο χρηματοοικονομικό σύστημα, σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο, που θα συμβάλλουν ουσιαστικά στο κόστος της κρίσης και θα αποτρέψουν την κερδοσκοπία και την ανεύθυνη ανάληψη κινδύνων στις χρηματοοικονομικές αγορές. Πρέπει να υποχρεώσουμε τον χρηματοπιστωτικό τομέα να καταβάλλει τη δίκαιη συνεισφορά του. Ένας φόρος στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές θα πρέπει να εφαρμοστεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο φόρος θα μπορούσε να αποφέρει σημαντικά έσοδα και να εξισορροπήσει επίσης τους θετικούς και αρνητικούς κύκλους στις χρηματαγορές, που οδηγούν σε βαθύτερη οικονομική ύφεση. Η Σοσιαλιστική Διεθνής σημειώνει με ικανοποίηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη να στηρίξει αυτή τη νέα ιδέα. Ωστόσο, ένας τραπεζικός φόρος που θα παρακρατείται από τους ισολογισμούς των τραπεζών, φαίνεται ότι υποστηρίζεται ευρέως από τις χώρες του G-20. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναλάβει το G-20 σοβαρές δεσμεύσεις για τη φορολόγηση του χρηματοοικονομικού τομέα, ώστε τα αναγκαία κονδύλια - ασπίδα να μπορούν να συγκεντρωθούν προκαταβολικά.

Απαιτούνται νέες, αντικυκλικές κεφαλαιακές απαιτήσεις
Σε όλες τις μεγάλες βιομηχανικές χώρες, οι κεφαλαιακές ασπίδες των τραπεζών μειώθηκαν συστηματικά, με αποτέλεσμα την αυξανόμενη μόχλευση στο τραπεζικό σύστημα. Ο λόγος ιδίων κεφαλαίων μειώθηκε στα κεντρικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Το πρόβλημα με τη Συμφωνία Βασιλεία ΙΙ ήταν ότι επέτρεψε την προκυκλική αποτίμηση των κινδύνων. Οι οίκοι αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας έπαιξαν εδώ κεντρικό ρόλο, καθώς εκτιμούσαν τους κινδύνους των ίδιων ιδρυμάτων από τα οποία έπαιρναν χρηματοδότηση. Το αποτέλεσμα ήταν η υποτίμηση των κινδύνων στη διάρκεια της οικονομικής άνθισης. Δεύτερον, οι τράπεζες μπόρεσαν να μεταφέρουν τους κινδύνους τους σε ειδικά οχήματα μέσα από την τιτλοποίηση περιουσιακών στοιχείων. Είναι σαφές ότι οι κεφαλαιακές απαιτήσεις πρέπει να είναι πιο αυστηρές από ότι είναι σήμερα και να εξαλειφθούν οι προκυκλικές επιπτώσεις της Συμφωνίας της Βασιλείας. Οι οίκοι αξιολόγησης δεν πρέπει να έχουν πλέον κίνητρα για να αξιολογούν τα χρεόγραφα προς όφελος των εκδοτών τους. Η κερδοσκοπική διαπραγμάτευση και τα συστήματα κινήτρων των τραπεζών πρέπει να ελέγχονται με αυξημένες κεφαλαιακές απαιτήσεις.
Εκτός από τη φορολόγηση του χρηματοοικονομικού τομέα και αυστηρότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις, επείγει επίσης η ένταξη όλων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και μέσων μέσα σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο. Χρειαζόμαστε συστήματα συμψηφισμού που ελέγχονται από το κράτος για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, όπως τα Credit Default Swaps (συμβάσεις αντιστάθμισης κινδύνου πιστοληπτικής ικανότητας)  που θα αυξήσουν τη διαφάνεια. Πρέπει να θέσουμε υπό έλεγχο το σκιώδες τραπεζικό σύστημα. Η συζήτηση για τον κανόνα Volcker στις ΗΠΑ είναι ένα βήμα προς την κατεύθυνση αυτή, που σημαίνει ότι οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες δεν θα έχουν τη δυνατότητα να παίζουν με τις αποταμιεύσεις των ανθρώπων και τα συνταξιοδοτικά ταμεία.    
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Σοσιαλιστική Διεθνής χαιρετίζει τη συμφωνία των χωρών του G-20  για τη δημιουργία ενός Συμβουλίου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, στο οποίο πρέπει να δοθούν επαρκείς πόροι και αρμοδιότητα  για την εκτίμηση των συστημικών κινδύνων σε παγκόσμια κλίμακα. Η Σοσιαλιστική Διεθνής αναμένει παράλληλα νέους κανονισμούς για τα hedge funds (αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου) και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια.

Απαιτείται παγκόσμια διακυβέρνηση
Το G-20 έχει αναλάβει σοβαρές δεσμεύσεις για την αποκατάσταση τόσο των φορέων, όσο και των ρυθμίσεων για τη διαχείριση της παγκοσμιοποίησης. Είναι ζωτικής σημασίας αυτά να εφαρμοστούν αποτελεσματικά. Παραδείγματος χάρη, οι επικεφαλής των διεθνών οργανισμών να επιλέγονται με αξιοκρατικά κριτήρια. Πρέπει επίσης να καταστεί σαφές ότι ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων είναι βραδύς, ενώ οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις και οι κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση μπορεί να μην επαρκέσουν και να αποτελέσουν αντικείμενο επικρίσεων. Παραδείγματος χάρη, ενώ είναι σκόπιμο να δοθούν δικαιώματα ψήφου στην Κίνα και στις άλλες αναδυόμενες αγορές, δεν έχουμε σημαντικό λόγο να πιστεύουμε ότι αυτό θα οδηγήσει σε θεμελιώδεις αλλαγές στη συμπεριφορά των διεθνών οργανισμών. Πιο ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, όπως η διπλή πλειοψηφία στην ψηφοφορία, θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη.
Πρέπει να υπάρξει δέσμευση ότι οι διεθνείς αυτοί οργανισμοί θα συμμορφώνονται με τους κανόνες της διαφάνειας και της διακυβέρνησης. Αυτό π.χ. σημαίνει πλήρη αποκάλυψη, σύμφωνα με τους Νόμους περί Ελεύθερης Ενημέρωσης (Freedom of Information Acts) και την εφαρμογή των περιορισμών σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων (‘revolving doors').
Σε πολλές περιπτώσεις, σχετικά με τον καθορισμό των προτύπων για το τραπεζικό απόρρητο, η διεθνής κοινότητα στράφηκε στον ΟΟΣΑ, ως ανεξάρτητο think tank, για να ενεργήσει για λογαριασμό της, παρόλο που παραμένει ένας θεσμός των πιο προηγμένων βιομηχανικών χωρών. Χρειάζεται να δημιουργηθούν αντίστοιχοι διεθνείς φορείς που θα καλύπτουν τόσο τις αναπτυγμένες, όσο και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Η δημοκρατική αμφισβήτηση αποτελεί προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα των οικονομικών πολιτικών. Χωρίς δημοκρατία - κοινωνική, πολιτική και περιβαλλοντική - οι λαοί δεν δέχονται τις αποφάσεις των ηγετών τους και οι αποφάσεις αυτές χάνουν την αποτελεσματικότητα τους. Οι πολίτες πρέπει να συμμετέχουν περισσότερο στις σημαντικές δημόσιες επιλογές. Πρέπει να καταπολεμήσουμε τη συστηματική ιδιωτικοποίηση και την εμπορευματοποίηση του δημόσιου τομέα, με επιπτώσεις για την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής. Ο δημόσιος τομέας  μπορεί να προσφέρει σταθερότητα στο οικονομικό σύστημα σε αυτή την περίοδο της ριψοκίνδυνης ιδιωτικής κερδοσκοπίας.     


Δεν υπάρχουν σχόλια: